Ό,τι περιλαμβάνει η δωρεάν εγγραφή + ΕΠΙΠΛΕΟΝ
Του Απόστολου Κουρουπάκη
kouroupakisa@kathimerini.com.cy
Οι θεατρικοί φορείς Point To Contemporary Theater, AnyHow Theatre Ensemble και Θεατρική Στέγη Κύπρου ενώνουν τις δυνάμεις τους και ανεβάζουν «Το Έντομο», του πολυβραβευμένου Τρέισι Λετς, με τη σκηνοθεσία (και τη μετάφραση) να την έχει αναλάβει η Ευαγγελία Ονουφρίου, η οποία λέει στην «Κ» πως αυτό που την παρακίνησε να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο έργο ήταν «η μεταδοτική τρέλα των δύο», όπως χαρακτηριστικά χρησιμοποιεί τον όρο ο συγγραφέας του έργου. Λέει επίσης πως μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της παράστασης ήταν να διατηρηθεί η εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στην τρέλα και στο κύρος των ηρώων, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Δεν ήθελα οι χαρακτήρες να αντιμετωπιστούν ως “παθολογικές περιπτώσεις”, αλλά ως άνθρωποι που γλιστρούν σταδιακά σε έναν κόσμο όπου η λογική και η παραίσθηση γίνονται ένα».Στην παράσταση παίζουν οι ηθοποιοί: Νάγια Αναστασιάδου, Ονησίφορος Ονησιφόρου, Σώτος Σταυράκης, Ιωάννα Κορδάτου και Μιχάλης Παπέττας.
Το βρίσκω φοβερά ρομαντικό και, κάθε φορά που παρακολουθώ την παράσταση, κάτι μέσα μου με κάνει θεατή που εύχεται μια διαφορετική κατάληξη, ένα άλλο τέλος για αυτούς τους δύο εραστές της παραφροσύνης. Ίσως τελικά η παράνοια να είναι η πιο ακραία μορφή αγάπης, όταν ο πόνος γίνεται κοινός και αποκτά νόημα.–Τι σε παρακίνησε να μεταφράσεις και να σκηνοθετήσεις ένα έργο όπως «Το Έντομο»;–Αυτό που με παρακίνησε να μεταφράσω και να σκηνοθετήσω ένα έργο όπως «Το Έντομο», ήταν «η μεταδοτική τρέλα των δύο», όπως χαρακτηριστικά χρησιμοποιεί τον όρο ο συγγραφέας του έργου. Ο όρος προέρχεται από την ψυχιατρική και σημαίνει μια κοινή παραληρητική ψύχωση που μοιράζονται δύο άτομα, πολύ κοντινά μεταξύ τους, όπως εραστές, αδέλφια ή συγκάτοικοι. Η κατάσταση χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι η παράνοια του ενός «μεταδίδεται» στον άλλο, ο οποίος τελικά αρχίζει να πιστεύει τα ίδια παραληρήματα. Αυτή η τρέλα λειτουργεί ως μορφή αναγνώρισης. Ο Πίτερ και η Άγκνες βλέπουν ο ένας στον άλλον κάτι που οι υπόλοιποι δεν μπορούν να δουν. Το τραύμα τους. Κουβαλούν μέσα τους μια πληγή τόσο βαθιά που, όταν συναντιούνται, αυτή η πληγή αποκτά φωνή. Δεν είναι μια γνωριμία με τη λογική έννοια. Είναι μια αναγνώριση. Μέσα στην παραίσθηση και στην απομόνωση, δημιουργούν έναν δικό τους κόσμο, όπου το παράλογο μοιάζει με λύτρωση. Είναι η έσχατη πράξη πίστης δύο ανθρώπων που διαλύονται για να σώσουν, με τον δικό τους τρόπο, τον κόσμο. Το βρίσκω φοβερά ρομαντικό και, κάθε φορά που παρακολουθώ την παράσταση, κάτι μέσα μου με κάνει θεατή που εύχεται μια διαφορετική κατάληξη, ένα άλλο τέλος για αυτούς τους δύο εραστές της παραφροσύνης. Ίσως τελικά η παράνοια να είναι η πιο ακραία μορφή αγάπης, όταν ο πόνος γίνεται κοινός και αποκτά νόημα.
«Ίσως τελικά η παράνοια να είναι η πιο ακραία μορφή αγάπης, όταν ο πόνος γίνεται κοινός και αποκτά νόημα»
–Τι το κάνει επίκαιρο;–Το έργο είναι απόλυτα επίκαιρο, γιατί ζούμε σε μια εποχή υπερπληροφόρησης, καχυποψίας και θεωριών συνωμοσίας. Ζούμε στην εποχή όπου το όριο ανάμεσα στην πραγματικότητα και την ψευδαίσθηση γίνεται όλο και πιο ρευστό. Ο Λετς δεν γράφει απλώς ένα ψυχολογικό θρίλερ, αλλά γράφει μια αλληγορία για τον φόβο που μας διαβρώνει εκ των έσω. Τον φόβο που τρέφει την ανάγκη για έλεγχο, πίστη ή καταστροφή.
–Σκηνοθετικά ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις για το ανέβασμα αυτής της παράστασης;–Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της παράστασης ήταν να διατηρηθεί η εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στην τρέλα και στο κύρος των ηρώων. Δεν ήθελα οι χαρακτήρες να αντιμετωπιστούν ως «παθολογικές περιπτώσεις», αλλά ως άνθρωποι που γλιστρούν σταδιακά σε έναν κόσμο όπου η λογική και η παραίσθηση γίνονται ένα. Η προσέγγιση είναι ρεαλιστική, με τη σκηνοθετική παρουσία να λειτουργεί διακριτικά, αφήνοντας την ψυχολογική κατρακύλα να ξεδιπλωθεί οργανικά, σχεδόν ανεπαίσθητα. Η μετάβαση από την κανονικότητα στην παράνοια χτίζεται βήμα-βήμα, μέσα από μια κλιμακούμενη, ασφυκτική ένταση που δεν χαρίζει καμία ασφάλεια, ούτε στους ήρωες, ούτε στους θεατές. Η σκηνογραφία, ο φωτισμός, ο ήχος, τα κοστούμια και το μακιγιάζ ακολουθούν αυτή την πορεία, μεταμορφώνονται μαζί με τους χαρακτήρες, χωρίς ποτέ να σπάνε τη ρεαλιστική σύμβαση του έργου.
Μια ιδιαίτερη πρόκληση ήταν η εντυπωσιακή αλλαγή σκηνικού, που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της παράστασης. Ο χώρος τυλίγεται ολόκληρος με ασημόχαρτο. Η μετάβαση αυτή έπρεπε να γίνει χωρίς διάλειμμα, στο ημίφως, ενταγμένη πλήρως στη δράση των ηρώων, σαν να είναι προϊόν της ίδιας τους της παράνοιας. Τέλος, το φινάλε του έργου αποτελεί μια από τις πιο δυνατές στιγμές της παράστασης που χάρη στη συνεργασία με τον Χριστόδουλο Μαρτά και τα ειδικά εφέ που δημιούργησε, καταφέραμε ένα συγκλονιστικό, σχεδόν ονειρικό τέλος, αντάξιο της έντασης που το προηγήθηκε.
–Υπήρξαν χαρακτηριστικά των ηρώων του έργου που σε ιντρίγκαραν και θέλησες να τα φωτίσεις περισσότερο;–Οπωσδήποτε, δηλώνω ερωτευμένη με όλους τους ήρωες του έργου. Κι αυτό οφείλεται στον Τρέισι Λετς, που έπλασε χαρακτήρες ολοκληρωμένους, τρισδιάστατους, χειροπιαστούς ανθρώπους που ζουν και αναπνέουν μέσα στις αντιφάσεις τους. Επίσης δηλώνω ερωτευμένη και με τους ηθοποιούς της παράστασης, που δούλεψαν από μέσα προς τα έξω φτάνοντας τον ρόλο στις εκφράσεις τους, στο περπάτημά τους, στις κινήσεις τους απαρνούμενοι το σώμα και της συνήθειές τους, κατά τη διάρκεια των προβών και των παραστάσεων. Με ιντρίγκαραν η ευγένεια και η συστολή του Πίτερ, το σκοτάδι και η εσωστρέφεια της Άγκνες, η ευθύτητα και η γήινη αγάπη της R.C., η εξωστρέφεια και οι ελιγμοί του Τζέρι και η αμφισημία του δρα Σουίτ. Ο καθένας τους κουβαλά κάτι από όλους μας, μια ρωγμή, μια προσπάθεια να αγαπήσει και να αγαπηθεί μέσα στο χάος. Για μένα, όλοι τους αποτελούν όψεις του ίδιου ανθρώπου, αυτού που προσπαθεί να βρει νόημα, ακόμα κι όταν ο κόσμος γύρω του διαλύεται.
–Σε ποια στοιχεία της ιστορίας του Λετς επικεντρώθηκες; Θέλησες να αναδείξεις κάποια από αυτά;–Επικεντρώθηκα στη σχέση του Πίτερ και της Άγκνες, αφήνοντας τα υπόλοιπα να προκύψουν οργανικά μέσα από τη ροή του έργου. Δεν θέλησα να χειραγωγήσω το κείμενο ή να το ερμηνεύσω «με το ζόρι». Αντίθετα, προσπάθησα να αφήσω χώρο στους χαρακτήρες να πουν την αλήθεια τους, να υπάρξουν μέσα στις αντιφάσεις τους και να οδηγηθούν μόνοι τους εκεί που τους πάει η ιστορία. Ήθελα όλα να αναπτυχθούν αβίαστα. Η τρέλα, η έλξη, η συνωμοσία, ο φόβος, σαν να ξετυλίγονται φυσικά μέσα από δύο σώματα που συναντιούνται. Γι’ αυτό και το τέλος μένει ανοιχτό. Δεν παίρνω θέση για το τι ακριβώς συμβαίνει. Με ενδιαφέρει περισσότερο να βιώσει ο θεατής αυτή την αμφισημία, να αναρωτηθεί κι ο ίδιος τι είναι αλήθεια και τι ψευδαίσθηση.
–Ένα από τα ζητήματα που θίγει το έργο αυτό είναι και οι θεωρίες συνωμοσίας, οι οποίες πλέον στις μέρες μας είναι παντού… εσύ πώς τις αντιμετωπίζεις;–Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ζητήματα που αγγίζει το έργο είναι πράγματι οι θεωρίες συνωμοσίας. Προσωπικά, δεν πιστεύω όλα όσα ακούω και σίγουρα δεν αφήνω τα πράγματα που δεν μπορώ να αλλάξω να με καταβάλουν. Από την άλλη, με γοητεύει ο τρόπος που λειτουργεί ο ανθρώπινος νους απέναντι στο άγνωστο. Έτσι, ακούω, επεξεργάζομαι, αναλύω και ταξινομώ ό,τι φτάνει στ’ αφτιά μου, αλλά πάντα με μια απόσταση, χωρίς να χάνω το μέτρο. Με ενδιαφέρει περισσότερο η ψυχολογία πίσω από αυτές τις θεωρίες και η ανάγκη του ανθρώπου να βρει νόημα, να εξηγήσει το ανεξήγητο, να έχει έναν «ένοχο» για ό,τι τον ξεπερνά.
–Μιλάς για μία βιωματική παράσταση… θες να μας πεις περισσότερα…; Σκοπεύεις να σοκάρεις το κοινό με κάποιον τρόπο;–Μιλώ για μια βιωματική παράσταση, με την έννοια ότι ήθελα να δημιουργήσω ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο οι θεατές να γίνουν συμμέτοχοι, όχι απλοί παρατηρητές. Να αισθανθούν πως βρίσκονται κι αυτοί μέσα στο δωμάτιο, πως αναπνέουν τον ίδιο αέρα με τους ήρωες, πως η παράνοια, ο φόβος και η ανάγκη για σύνδεση τούς αγγίζουν προσωπικά. Δεν με ενδιέφερε να αφηγηθώ μια ιστορία από απόσταση, αλλά να φέρω τον θεατή όσο πιο κοντά γίνεται στην εμπειρία αυτής της «τρέλας», εκεί όπου τα όρια ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό γίνονται αδιόρατα. Σε καμία περίπτωση δεν είναι αυτοσκοπός να σοκάρουμε το κοινό γιατί δεν ξέρουμε τι σοκάρει τον καθένα.
–Είναι ο κόσμος που ζούμε τόσο παρανοϊκός ή φοβιστικός όπως το δωμάτιο των ηρώων του Λετς;–Κάποτε είναι και κάποτε, όχι. Όλα τα χωρίζει μια λεπτή γραμμή. Εξαρτάται σε τι λέμε «ναι» και σε τι λέμε «όχι». «Θα ήθελα να σε ξαναδώ», λέει ο Πίτερ στην Άγκνες. Επειδή τον ρωτάει. «Γιατί οι άνθρωποι θέλουν να ξαναβρίσκονται», της απαντάει. Και μετά έρχονται τα έντομα. Υπάρχουν μέρες που το έργο φαίνεται να καταβάλει τους ήρωες, και μέρες που μπαίνει φως στο δωμάτιο του Λετς. Στιγμές όπου η ανθρώπινη τρωτότητα συναντά την ελπίδα. Η πρόθεση να μείνουν όλα ανοιχτά κρύβει κίνδυνους.
Πληροφορίες
Παραστάσεις (Λευκωσία): 6, 7, 8, 9 Νοεμβρίου, Θέατρο WhereHaus612, Μιχαήλ Κουσουλίδη 5, Παλλουριώτισσα.Παραστάσεις (Λεμεσός): 12, 13, 14 και 15 Νοεμβρίου 2025, Χώρος: Θέατρο Ε.Θ.Α.Λ, Φραγκλίνου Ρούσβελτ 76, κτήριο ΣΑΛΑ. Ώρα έναρξης: 8:30 μ.μ.
Τα Σάββατα 1 και 8 Νοεμβρίου, μετά το πέρας της παράστασης, θα ακολουθήσει ανοιχτή συζήτηση - εργαστήρι με τον Δρ. Άθω Ερωτοκρίτου, εγγεγραμμένο κλινικό ψυχολόγο, δραματοθεραπευτή και συνθετικό ψυχοθεραπευτή, με θέμα:
«Ο άνθρωπος σε ώρα κρίσης. Ψυχολογική,Ψυχοδυναμική και Συμβολική Αντίκρυση του θεατρικού έργου με τις διαστάσεις και προεκτάσεις του μέσα από το Δραματικό Δυναμικό του.
Το κοινό θα μπορεί να συμμετέχει ελεύθερα στην ανοιχτή συζήτηση, η οποία αντιστοιχεί σε τρεις ώρες διά βίου μάθησης.
Προπώληση εισιτηρίων: more.com
Επικοινωνία: 99 122552, 99 588103, 99 407862
Λάβε στο email σου το τελευταίο τους άρθρο τη στιγμή που δημοσιεύεται.
ΑΠΟΚΤΗΣΕ ΣΥΝΔΡΟΜΗ
Απόκτησε συνδρομή με €50 τον χρόνο για πρόσβαση στην έντυπη έκδοση.