Ότι περιλαμβάνει η Δωρεάν εγγραφή +ΕΠΙΠΛΕΟΝ
Εντυπωσιακές είναι εικόνες μεδουσών στις θάλασσες της Κύπρου, όπως τις κατέγραψε ο φωτογραφικός φακός του Λοΐζου Λοΐζου και της Elena Grigore στον βυθό του Ζηνοβία και του Green Bay, στην Λάρνακα και τον Πρωταρά αντίστοιχα. Μιλώντας στην «Κ» η Γιάννα Σαμουήλ, Λειτουργός στον τομέα Θαλάσσιου Περιβάλλοντος, στο Τμήμα Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών, ανέφερε πως η αύξηση του αριθμού των μεδουσών και η εμφάνισή τους πιο κοντά στις ακτές, είναι ένα φυσικό, αναμενόμενο και παροδικό φαινόμενο το οποίο οφείλεται κυρίως στην αύξηση της θερμοκρασίας της θάλασσας και της υπεραλίευσης των οργανισμών που τρέφονται με αυτές, όπως είναι οι σολομοί, οι ξιφίες, οι καρχαρίες, ακόμα και οι χελώνες.
Με βάση τις αναφορές που υπάρχουν μέχρι στιγμής στο Τμήμα Αλιείας, οι μέδουσες εμφανίστηκαν στις ανατολικές και νότιες ακτές της Κύπρου, δηλαδή στις περιοχές του Πρωταρά και του Παραλιμνίου μέχρι και το Βασιλικό. Στην Κύπρο, όπως εξήγησε η κα Σαμουήλ, υπάρχουν διάφορα είδη μεδουσών, αλλά από τις αρχές του μήνα οι καταγραφές αφορούν την νομαδική μέδουσα (Rhopilema nomadica). Πρόκειται για μια σχετικά μεγάλη σε μέγεθος μέδουσα, συνηθισμένη για την περιοχή μας, και είναι από τα είδη που προκαλούν οδυνηρά τσιμπήματα στον άνθρωπο – από έναν απλό ερεθισμό μέχρι ένα αίσθημα τσουξίματος και καύσης, φαγούρας και πόνο, ενώ μπορεί να δημιουργηθεί και οίδημα. Τα συμπτώματα ποικίλουν από άτομο σε άτομο, και μπορεί να διαρκέσουν αρκετές εβδομάδες σε σοβαρές περιπτώσεις. Η νομαδική μέδουσα, έχει σώμα (σκιάδιο) σε σχήμα ημισφαιρίου, η διάμετρος του οποίου μπορεί να φτάσει μέχρι το 1μ σε διάμετρο. Κάτω από το σώμα εκτείνονται 8 χοντρά πλοκάμια που πηγάζουν από το κεντρικό σημείο του σώματος. Τα πλοκάμια φέρουν εκατομμύρια νηματοκύστεις, οι οποίες όταν έρθουν σε επαφή με ξένο σώμα, απελευθερώνουν ένα μικροσκοπικό «κεντρί», το οποίο φέρει δηλητήριο. Το χρώμα της νομαδικής μέδουσας είναι συχνά γαλακτώδες προς το γαλάζιο του πάγου. Το συγκεκριμένο είδος, είναι ενδημικό της Ερυθράς θάλασσας, και εισέβαλε στην Μεσόγειο μέσω της Διώρυγας του Σουέζ για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1970. Από τη δεκαετία του 1980, καταγράφονται εξάρσεις του πληθυσμού στο είδος. «Οι μέδουσες μεταφέρονται με τα κύματα και το ρεύμα, οπότε με την αλλαγή της εποχής και των θερμοκρασιών έρχονται πιο κοντά στις ακτές», εξήγησε η κα Σαμουήλ, επισημαίνοντας ότι μπορούν να παραμείνουν στην περιοχή κάποιες ημέρες μέχρι και 1-2 μήνες.
Σε περίπτωση που κάποιος κολυμβητής βρεθεί αντιμέτωπος με μέδουσα δεν πρέπει να πανικοβάλλεται. Η κα Σαμουήλ συνέστησε όπως οι πολίτες απομακρυνθούν και αποφύγουν να έρθουν σε κοντινή απόσταση με την μέδουσα ή να αγγίξουν εσκεμμένα τα πλοκάμια της. Για τις μέδουσες που ξεβράζονται νεκρές στις ακτές, σημείωσε ότι τα πλοκάμια πάλι μπορεί να προκαλέσουν τσούξιμο αν τα αγγίξει ο άνθρωπος. Τόνισε ότι τα άτομα που έχουν ιστορικό αλλεργιών παρουσιάζουν πιο έντονα συμπτώματα. «Σε περίπτωση που αυτά τα άτομα έρθουν σε επαφή με μέδουσα πρέπει να επικοινωνήσουν άμεσα με τον γιατρό τους ή το νοσοκομείο. Αν όπως κάποιος δεν είναι αυστηρά αλλεργικός τότε μπορεί να διαχειριστεί τοπικά τα συμπτώματα τη στιγμή που βγει έξω από το νερό». Σε περίπτωση επαφής με το δέρμα, το Τμήμα Αλιείας συμβουλεύει τα ακόλουθα:
Ο Μάριος Αθανασίου, εκπαιδευτής καταδύσεων, δήλωσε στην «Κ», ότι δεν έχουμε μέδουσες κάθε χρόνο, οπότε «είναι φανταστικό να τις βλέπεις, πάντα καταπληκτικές και χαριτωμένες. Δεν θα συνιστούσα να τις αγγίξετε. Αλλά εμένα πάντα μου αρέσει να αλληλεπιδρώ μαζί τους. Φαίνεται ότι ανταποκρίνονται σε ένα απαλό άγγιγμα. Η μέδουσα που αγγίζω ωθήθηκε στην κάτω πλευρά του Ζηνοβία. Κατάφερα λοιπόν να την ελευθερώσω και να την αφήσω να συνεχίσει το ταξίδι της. Αυτό που προτείνω είναι να κάνετε το βήμα και να γίνετε δύτες. Για να συνειδητοποιήσετε πραγματικά τον εκπληκτικό κόσμο που έχετε στο κατώφλι σας».
(Πρέπει να συνδεθείτε για να μπορέσετε να σχολιάσετε αυτο το Άρθρο)
Λάβε στο email σου το τελευταίο τους άρθρο στη στιγμή που δημοσιεύεται.
ΑΠΟΚΤΗΣΕ ΣΥΝΔΡΟΜΗ