Ότι περιλαμβάνει η Δωρεάν εγγραφή +ΕΠΙΠΛΕΟΝ
Σε μία κομβική στροφή της πολιτικής προσέγγισης του Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στον πόλεμο στην Ουκρανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν νέο πακέτο κυρώσεων σε βάρος δύο ρωσικών ενεργειακών κολοσσών.
Τα οικονομικά μέτρα βάζουν στο στόχαστρο τη Rosneft και τη Lukoil, σηματοδοτώντας τις πρώτες κυρώσεις κατά της Ρωσίας μετά την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, τον περασμένο Ιανουάριο.
Οπως σημείωσε ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, οι κυρώσεις ήταν απαραίτητες «εξαιτίας της άρνησης του Πούτιν να τερματίσει τον ανούσιο αυτό πόλεμο» και επιβλήθηκαν στις συγκεκριμένες εταιρείες καθώς είναι αυτές που τροφοδοτούν «την πολεμική μηχανή του Κρεμλίνου». Ο ίδιος, μάλιστα, προειδοποίησε για την πιθανότητα περαιτέρω κυρώσεων.
Αν και ο Αμερικανός πρόεδρος αποκάλεσε τις κυρώσεις «τρομερές», αναλυτές και ειδικοί εκφράζουν την επιφυλακτικότητά τους για το κατά πόσο θα είναι αποτελεσματικές στην επιβράδυνση των πολεμικών επιχειρήσεων και κυρίως στην προσέλευση του Ρώσου προέδρου στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Σημειώνεται πως οι νέες αμερικανικές κυρώσεις στη Rosneft και τη Lukoil συμπίπτουν με το 19ο πακέτο κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε βάρος της Ρωσίας, το οποίο περιλαμβάνει τη σταδιακή απαγόρευση στις εισαγωγές ρωσικού υγροποιημένου φυσικού αερίου. Το πακέτο αναμένεται να εγκριθεί σήμερα στη Σύνοδο Κορυφής.
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, οι κυρώσεις παγώνουν όλα τα περιουσιακά στοιχεία των Rosneft και Lukoil στις ΗΠΑ ενώ απαγορεύουν τις συναλλαγές φυσικών προσώπων μαζί τους. Τα μέτρα περιλαμβάνουν επίσης κυρώσεις κατά δεκάδων θυγατρικών εταιρειών των συγκεκριμένων ενεργειακών κολοσσών.
Μόνο η Rosneft ευθύνεται για σχεδόν το ήμισυ της συνολικής ρωσικής παραγωγής πετρελαίου, η οποία αποτελεί το 6% της παγκόσμιας παραγωγής – Φωτ.: AP Photo/Misha Japaridze, File
Οι Ηνωμένες Πολιτείες απειλούν και με δευτερεύουσες κυρώσεις κατά των ξένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που συνεργάζονται με τις Rosneft και Lukoil – μεταξύ των οποίων ενδέχεται να περιλαμβάνονται τράπεζες που διευκολύνουν τις πωλήσεις ρωσικού πετρελαίου στην Κίνα, την Ινδία και την Τουρκία.
Η Rosneft, μια κρατική εταιρεία με επικεφαλής τον στενό σύμμαχο του Πούτιν, Ιγκόρ Σετσίν, και η Lukoil, μια ιδιωτική εταιρεία, αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ήμισυ των συνολικών εξαγωγών αργού πετρελαίου της χώρας, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Bloomberg.
Μαζί, οι δύο εταιρείες εξάγουν 3,1 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου, ημερησίως.
Μόνο στην Rosneft αποδίδεται σχεδόν το ήμισυ της συνολικής ρωσικής παραγωγής πετρελαίου, η οποία αποτελεί το 6% της παγκόσμιας παραγωγής, σύμφωνα με εκτιμήσεις της βρετανικής κυβέρνησης.
«Η Rosneft είναι μια πλήρως ολοκληρωμένη εταιρεία ενέργειας που ειδικεύεται στην εξερεύνηση, εξόρυξη, παραγωγή, διύλιση, μεταφορά και πώληση πετρελαίου, φυσικού αερίου και προϊόντων πετρελαίου», ανέφερε η OFAC στην ανακοίνωσή της.
«Η Lukoil ασχολείται με την έρευνα, παραγωγή, διύλιση, εμπορία και διανομή πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Ρωσία και διεθνώς».
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2024, ο Τραμπ προανήγγειλε πως, αν εκλεγόταν, θα τερμάτιζε τον πόλεμο στην Ουκρανία «σε 24 ώρες».
Από τη στιγμή της επιστροφής του στην προεδρία, ωστόσο, διαπίστωσε ότι το εγχείρημα αυτό είναι πόρρω δυσκολότερο από ό,τι είχε εκτιμήσει.
Από τη δήλωση τον περασμένο μήνα ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να ανακτήσει όλα τα εδάφη που έχασε από την εισβολή του 2022 έως την πρότασή του -προ ημερών- πως το Ντονμπάς θα πρέπει να χωριστεί με τέτοιο τρόπο ώστε το μεγαλύτερο μέρος της να παραμείνει υπό ρωσικό έλεγχο, η στάση του Τραμπ στο Ουκρανικό έχει αλλάξει άρδην ουκ ολίγες φορές.
Αυτήν την εβδομάδα, ο Τραμπ ακύρωσε την προγραμματισμένη δεύτερη σύνοδο με τον Πούτιν στη Βουδαπέστη, εν μέσω διαρροών περί αμερικανικής απογοήτευσης από τους όρους που έθετε η ρωσική πλευρά για τη συνάντηση.
Στην Κασπία μία από τις πλατφόρμες της Lukoil που ασχολείται με την έρευνα, παραγωγή, διύλιση, εμπορία και διανομή πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Ρωσία και διεθνώς – Φωτ.: AP Photo/RIA-Novosti, Dmitry Astakhov, Government Press Service
Προσώρας, ο Τραμπ αντιστέκεται στις εσωκομματικές πιέσεις στο Κογκρέσο για επιβολή περαιτέρω κυρώσεων. Ωστόσο, η απροθυμία της Μόσχας να αλλάξει τη στάση της, σε συνδυασμό με τη συνεχή πίεση από την πλευρά της Ευρώπης, φαίνεται πως έχουν αλλάξει τις ισορροπίες και τους υπολογισμούς του.
Οι φόροι από την ενεργειακή βιομηχανία αντιστοιχούν περίπου στο ένα τέταρτο του ρωσικού προϋπολογισμού, και οι πρόσθετες κυρώσεις θα περιορίσουν τις δυνατότητες δραστηριότητας των δύο εταιρειών, ασκώντας παράλληλα περαιτέρω πίεση στον Πούτιν.
Σύμφωνα με τον Δρ. Στιούαρτ Ρόλο, ερευνητή στο Κέντρο Διεθνών Μελετών Ασφάλειας του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ, οι κυρώσεις έχουν δύο βασικούς στόχους: «Να επηρεάσουν ουσιαστικά την βιομηχανική ικανότητα της Ρωσίας να διεξάγει πόλεμο και να εξαναγκάσουν τη Μόσχα να αποδεχτεί τους όρους ειρήνης υπό τον φόβο των κλιμακούμενων επιπτώσεων των κυρώσεων στην οικονομία και την κοινωνία της», δήλωσε στο BBC.
«Δεν θα επηρεάσουν τον πρώτο στόχο. Μπορεί να επηρεάσουν τον δεύτερο, αν επιτευχθεί μια επιδέξια διπλωματική ισορροπία μεταξύ των αισθητών συνεπειών της συνέχισης του πολέμου και των κερδών και παραχωρήσεων που θα προκύψουν από μια ειρηνευτική συμφωνία».
Σύμφωνα με τον Μάρσαλ Μπίλινγκσλι, αξιωματούχο του υπ. Οικονομικών κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, η απειλή για στοχοποίηση τραπεζών που συνεργάζονται με τις δύο εταιρείες, είναι ένα από τα πιο κρίσιμα μέτρα, καθώς καθώς θα έθετε εμπόδια στις εξαγωγές ρωσικού αργού.
«Ακόμη και αν τα ινδικά, τα κινέζικα, τα τούρκικα διυλιστήιρα επιθυμούσαν να συνεχίσουν να αγοράζουν αργό, οι τράπεζές τους πιθανότατα θα αρνούνταν», εξηγεί ο ίδιος.
Ωστόσο, ο Τόμας Γκράχαμ, μέλος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων, εμφανίστηκε πιο επιφυλακτικός. Οπως ανέφερε στο Bloomberg, «αν ο Λευκός Οίκος πιστεύει ότι αυτό θα οδηγήσει σε ριζική αλλαγή στη συμπεριφορά του Κρεμλίνου ή στην πολιτική του Πούτιν, τότε απατάται. Οι κυρώσεις λειτουργούν αργά και το Κρεμλίνο είναι πολύ καλό στο να τις παρακάμπτει».
Αυτές οι κυρώσεις είναι βέβαιο ότι θα πλήξουν την οικονομία της Ρωσίας. Ωστόσο, οι επιπτώσεις θα μπορούσαν να γίνουν αισθητές και σε πολύ πιο μακρινές περιοχές.
Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο είναι τα μεγαλύτερα εξαγωγικά προϊόντα της Ρωσίας, με τους κυριότερους πελάτες της Μόσχας να περιλαμβάνουν τις δύο πληθυσμιακά μεγαλύτερες χώρες του πλανήτη, Κίνα και Ινδία, καθώς και την Τουρκία.
Από κοινού, Κίνα και Ινδία αποτελούν τους μεγαλύτερους εισαγωγείς ενέργειας από τη Ρωσία.
Πέρυσι, η Κίνα αγόρασε ποσότητα-ρεκόρ άνω των 100 εκατομμυρίων τόνων ρωσικού αργού πετρελαίου, το οποίο αντιστοιχούσε σε σχεδόν το 20% των συνολικών εισαγωγών ενέργειας της.
Ομοίως, οι εξαγωγές πετρελαίου προς την Ινδία έχουν αυξηθεί από το 2022 σε περίπου 140 δισεκατομμύρια δολάρια.
«Κάθε φορά που μιλάω με τον Βλαντίμιρ, κάνουμε καλές συζητήσεις, όμως κατόπιν δεν πάνε πουθενά», είπε ο Ντόναλντ Τραμπ, με τις κυρώσεις να σηματοδοτούν τις πρώτες της δεύτερης θητείας του – Φωτ.: AP Photo/Julia Demaree Nikhinson
Ο Τραμπ είχε επιβάλει προηγουμένως δασμό 25% στα προϊόντα από την Ινδία ως αντίποινα για τις εν λόγω εισαγωγές.
Ωστόσο, όπως δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος, ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι τον διαβεβαίωσε κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας την Τρίτη ότι το Δελχί «δεν πρόκειται να αγοράσει πολύ πετρέλαιο από τη Ρωσία», καθώς και ο ίδιος «θέλει να δει τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας να τελειώνει».
Ο Τραμπ προτρέπει αυτές τις χώρες να σταματήσουν εντελώς τις αγορές ρωσικού πετρελαίου, αναγκάζοντάς τις να βρουν εναλλακτικούς προμηθευτές, πιθανώς με υψηλότερο κόστος.
Ωστόσο, η άρνηση να το πράξουν θα μπορούσε να οδηγήσει την Κίνα και την Ινδία σε δευτερεύουσες κυρώσεις από τις ΗΠΑ.
Ο Εντουαρντ Φίσμαν, πρώην ανώτερος αξιωματούχος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ αρμόδιος για τις κυρώσεις, υπογράμμισε ότι η σημασία των νέων αμερικανικών κυρώσεων εξαρτάται από τις εξελίξεις.
«Θα απειλήσουν ενεργά οι ΗΠΑ με δευτερεύουσες κυρώσεις τις κινεζικές τράπεζες, τους εμπόρους των ΗΑΕ και τα ινδικά διυλιστήρια που συναλλάσσονται με τη Rosneft/Lukoil;», έγραψε στο X, προσθέτοντας: «Περιμένω, τουλάχιστον, κάποια υποχώρηση από τις συναλλαγές με ρωσικό πετρέλαιο βραχυπρόθεσμα».
Πηγή: BBC, Guardian
(Πρέπει να συνδεθείτε για να μπορέσετε να σχολιάσετε αυτο το Άρθρο)
Λάβε στο email σου το τελευταίο τους άρθρο στη στιγμή που δημοσιεύεται.
ΑΠΟΚΤΗΣΕ ΣΥΝΔΡΟΜΗ