Του Γιώργου Σκαφιδά
Ο Μπ. Νετανιάχου φέρεται να έχει κάνει μια «στρατηγικού χαρακτήρα επιλογή», την οποία δείχνουν άλλωστε να επιβεβαιώνουν και τα ίδια τα γεγονότα.
Μέχρι στιγμής, τους τελευταίους περίπου έντεκα μήνες της νέας προεδρίας Τραμπ, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός δεν έχει διαφωνήσει ούτε μια φορά δημόσια με τον Αμερικανό ηγέτη, όχι όμως επειδή πραγματικά συμφωνεί με όσα εκείνος λέει, αλλά μάλλον επειδή έχει επιλέξει να μη δείχνει δημόσια την όποια διαφωνία του.
Το ειρηνευτικό σχέδιο των 20 σημείων για τη Γάζα επί παραδείγματι, αλλά και η «Διακήρυξη Τραμπ για τη Διαρκή Ειρήνη και Ευημερία» που υπέγραψε ο Αμερικανός πρόεδρος στο Σαρμ Ελ Σέιχ της Αιγύπτου μαζί με τους ηγέτες Αιγύπτου, Τουρκίας και Κατάρ, είναι βέβαιο ότι, υπό άλλες συνθήκες, δεν θα είχαν γίνει αποδεκτά από μια ισραηλινή κυβέρνηση στην οποία συμμετέχουν πολιτικοί όπως οι Νετανιάχου, Σμότριτς και Μπεν Γκβιρ.
Επισήμως ωστόσο, ο Νετανιάχου δεν βγήκε να αποκηρύξει κανένα από τα σχέδια του Αμερικανού «φίλου» του, ενώ ακόμη και οι ακροδεξιοί Σμότριτς και Μπεν Γκβιρ, παρά τις δηλώσεις αποκήρυξης, εξακολουθούν επί της ουσίας να προκρίνουν την επιβίωση της κυβέρνησης Νετανιάχου στον δρόμο προς τις επόμενες ισραηλινές βουλευτικές εκλογές του 2026.
Μπροστά από τις κάμερες λοιπόν, οι ηγεσίες των ΗΠΑ και του Ισραήλ παρουσιάζονται να «συμφωνούν». Πίσω από τις κάμερες ωστόσο, στο παρασκήνιο, η πλευρά Νετανιάχου παρουσιάζεται να κάνει κινήσεις με στόχο να μπλοκάρει την πώληση αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών F-35 στην Τουρκία και στη Σαουδική Αραβία.
Κατά τις συναντήσεις που είχε με τους Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν στον Λευκό Οίκο, τον Σεπτέμβριο και τον Νοέμβριο αντίστοιχα, ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσιάστηκε να βλέπει θετικά το ενδεχόμενο πώλησης αυτών των αεροσκαφών σε Αγκυρα και Ριάντ. Η στάση Τραμπ «προκαλεί ανησυχία στην ισραηλινή ηγεσία, η οποία θα ήθελε προφανώς να διατηρήσει το ποιοτικό πλεονέκτημα της αεροπορικής υπεροχής που της δίνει το γεγονός ότι είναι η μόνη χώρα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής που διαθέτει F-35», γράφαμε στην «Κ» προ εβδομάδων.
Η ισραηλινή ηγεσία δεν άσκησε ανοιχτά κριτική στον Ντ. Τραμπ. Παρασκηνιακά ωστόσο, έχει ήδη αρχίσει να προχωρεί σε κινήσεις με στόχο να μπλοκάρει αυτά τα απειλούμενα ντιλ, όπως γράφει στο Al-Monitor o Ισραηλινός αναλυτής Μπεν Κάσπιτ επικαλούμενος ισραηλινές διπλωματικές πηγές.
Το βράδυ της 1ης Δεκεμβρίου, ο Νετανιάχου συναντήθηκε στο γραφείο του στην Ιερουσαλήμ με τον Φρανκ Σ. Τζον, διευθύνοντα σύμβουλο της αμερικανικής Lockheed Martin που είναι η κατασκευάστρια των F-35. Σύμφωνα με τον Κάσπιτ, το κύριο θέμα στην ατζέντα της εν λόγω συνάντησης ήταν το πώς θα καταφέρει το Ισραήλ να διατηρήσει το ποιοτικό στρατιωτικό πλεονέκτημά του στη Μέση Ανατολή, εάν άλλες χώρες της περιοχής αποκτήσουν αμερικανικά μαχητικά 5ης γενιάς όπως είναι εκείνα που το Ισραήλ χρησιμοποιεί ήδη από το 2017.
Παροικούντες την Ιερουσαλήμ μπορεί να υποστηρίξουν, με συγκρατημένα καθησυχαστική διάθεση, ότι τα ισραηλινά F-35 είναι διαφορετικά από εκείνα των άλλων χωρών επειδή δεν βαρύνονται από τις ίδιες αμερικανικές εξαρτήσεις, εξαρτήσεις σχετικές με τις γραμμές τροφοδοσίας και το αμερικανοκεντρικό δίκτυο παροχής πληροφοριών ALIS/ODIN. Τα ισραηλινά F-35 είναι πράγματι περισσότερo αυτόνομα, ενώ παράλληλα φέρουν, όπως αναφέρεται, και επιπλέον ενισχύσεις/αναβαθμίσεις («sophisticated add-ons») που δεν έχουν τα αντίστοιχα αεροσκάφη άλλων χωρών. Κι αυτό, προφανώς με την έγκριση των ΗΠΑ.
Επί της ουσίας ωστόσο, αυτές οι διαφορές δεν μπορούν να αποτελέσουν επιχείρημα καθησυχασμού, αφού οι όποιες αμερικανικές εξαρτήσεις δεν καθιστούν σε καμία περίπτωση ανίσχυρα τα εν λόγω αεροσκάφη. Αντιθέτως, θα ήταν πολύτιμα στα χέρια δυνάμεων τις οποίες το Ισραήλ βλέπει ως ανταγωνιστικές όπως είναι κυρίως η Τουρκία και σε μικρότερο βαθμό η Σαουδική Αραβία.
Υπενθυμίζεται ότι το Ριάντ παρουσιάζεται να έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για την αγορά έως και 48 μαχητικών αεροσκαφών F-35 από τις ΗΠΑ, ενώ η Τουρκία παρουσιάζεται, από τη δική της πλευρά, να θέλει να λάβει το πράσινο φως για την αγορά περίπου 40.
Η πλευρά Νετανιάχου είναι σαφές ότι θα ήθελε να μπλοκάρει την πώληση αυτών των αεροσκαφών, ειδικά προς την Τουρκία του Ερντογάν, η οποία εκδιώχθηκε ως «αντίπαλος της Αμερικής» (βλ. κυρώσεις CAATSA) από το πρόγραμμα της συμπαραγωγής των F-35 το 2019, κατά την πρώτη προεδρική τετραετία Τραμπ, όταν απέκτησε τους ρωσικούς S-400.
Τζάρεντ Κούσνερ και Στιβ Γουίτκοφ (AP Photo/Alex Brandon)
Προκειμένου να μπλοκάρει αυτήν την πώληση, ο Νετανιάχου φέρεται, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Κάσπιτ επικαλούμενος ισραηλινές διπλωματικές πηγές, να ασκεί πιέσεις σε στενούς συνεργάτες του Ντ. Τραμπ που θεωρεί ότι συμμερίζονται τις ανησυχίες των Ισραηλινών, όπως είναι για παράδειγμα ο εβραϊκής καταγωγής γαμπρός του Αμερικανού προέδρου, Τζάρεντ Κούσνερ, ο ειδικός προεδρικός απεσταλμένος, Στιβ Γουίτκοφ, ο πρέσβης των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Εθνη Μάικ Γουόλτς, καθώς και πλούσιοι εβραϊκής καταγωγής χρηματοδότες του αμερικανικού Ρεπουμπλικανικού κόμματος όπως είναι για παράδειγμα η Μίριαμ Αντελσον.
Παράλληλα, ο Νετανιάχου λέγεται ότι θα επιχειρήσει να πάρει με το μέρος του στο συγκεκριμένο θέμα και τον ίδιο τον Αμερικανό πρόεδρο κατά τη συνάντηση που αναμένεται να έχει μαζί του στις 29 Δεκεμβρίου στο Μαρ-α-Λάγκο της Φλόριντα.
Διόλου τυχαία, ο Μάικ Γουόλτς βρέθηκε στο Ισραήλ στις 8 Δεκεμβρίου όπου είχε συνάντηση με τον επικεφαλής της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών, υποστράτηγο Σλόμι Μπίντερ. Στη συνάντηση ο Μπίντερ τον ενημέρωσε για τις «πυρηνικές απειλές» του Ιράν καθώς και για τους κινδύνους που θα ενείχε η πώληση F-35 σε μια χώρα όπως είναι η Τουρκία, η ηγεσία της οποίας είχε αφήσει ανοιχτό ακόμη και το ενδεχόμενο στρατιωτικής επίθεσης στο Ισραήλ.
«Οπως μπήκαμε στο Καραμπάχ, όπως μπήκαμε στη Λιβύη, έτσι θα κάνουμε και σε αυτούς (σ.σ. στους Ισραηλινούς)», είχε δηλώσει τον Ιούλιο του 2024 ο Τούρκος πρόεδρος Ρ.Τ. Ερντογάν, ο οποίος έχει όμως τα τελευταία χρόνια πει κατ’ επανάληψη και άλλα προκλητικά: για την «ανάγκη απελευθέρωσης» του τεμένους Αλ Ακσα καθώς και την παράδοση της Ιερουσαλήμ στον Σαλαντίν, την επέτειο της οποίας ο Τούρκος πρόεδρος γιόρτασε τον περασμένο Οκτώβριο.
Η πλευρά του Νετανιάχου είναι σαφές ότι θα επιχειρήσει να υπενθυμίσει στη διοίκηση Τραμπ όλες αυτές τις τουρκικές «προκλήσεις» και «απειλές».
Από τη δική τους πλευρά πάντως, οι ΗΠΑ στέλνουν το μήνυμα (το οποίο επανέλαβε προ ημερών ο Αμερικανός πρέσβης στην Αγκυρα Τομ Μπάρακ) ότι ο δρόμος για την επιστροφή της Τουρκίας στην ομάδα των χωρών που διαθέτουν F-35 μπορεί όντως να ανοίξει εάν βγει από τη μέση των αγκάθι των S-400.
Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό;
Η Τουρκάλα δημοσιογράφος Εζγκί Ακίν βλέπει πέντε πιθανά σενάρια:
1. τη μεταφορά των S-400 σε κάποια τουρκική βάση εκτός των τουρκικών συνόρων (στο Κατάρ, στα κατεχόμενα της Κύπρου, στη Σομαλία),
2. την αποσυναρμολόγηση των S-400 και την αποθήκευσή τους σε εγκαταστάσεις τις οποίες θα μπορούν όμως να ελέγχουν/επιθεωρούν και οι Αμερικανοί,
3. την κυριολεκτική καταστροφή του ρωσικού συστήματος,
4. την πώλησή του σε κάποια άλλη χώρα
5. και την επιστροφή του στη Ρωσία.
(Πρέπει να συνδεθείτε για να μπορέσετε να σχολιάσετε αυτο το Άρθρο)
Λάβε στο email σου το τελευταίο τους άρθρο τη στιγμή που δημοσιεύεται.
ΑΠΟΚΤΗΣΕ ΣΥΝΔΡΟΜΗ
Απόκτησε συνδρομή με €50 τον χρόνο για πρόσβαση στην έντυπη έκδοση.